Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2010





Αυτή η νύχτα...


... είναι ζεστή, σχεδόν καλοκαιρινή γι' αυτό γύρισα με τα πόδια από το σπίτι μιας φίλης που είχα επισκεφθεί νωρίτερα χωρίς να βιάζομαι ιδιαίτερα. Ένα απαλό αεράκι φυσούσε ανεπαίσθητα και ο ουρανός ήταν πεντακάθαρος. Σάββατο βράδυ και δεν υπήρχε αρκετός κόσμος στο δρόμο. Παντού επικρατούσε ησυχία - αν εξαιρέσουμε βέβαια τον θόρυβο των ελάχιστων αυτοκινήτων και κάποιες συζητήσεις που έβγαιναν από τα ανοιχτά παράθύρα. Έτσι περπατώντας θυμήθηκα τον εαυτό μου χρόνια πριν, να περπατώ και πάλι όπως τούτο το βράδυ, έχοντας διανύσει ολομόναχη την απόσταση από την αρχή περίπου της παραλίας μέχρι την Μινέρβα - μια απόσταση διόλου κοντινή. Στο σημείο εκείνο θυμάμαι, έστριψα δεξιά και συνέχιζα να προχωρώ ευθεία μάλλον βιαστικά. Ήταν, τότε, καλοκαίρι, ήμουν τριών ή τεσσάρων -δεν θυμάμαι ακριβώς- και πολύ αποφασισμένη να φτάσω στην έκθεση επίπλων του πατέρα μου που βρίσκονταν στην οδό Δημητριάδος -στο μέρος που σήμερα είναι το Ταχυδρομείο- για να αποδείξω στους δικούς μου ότι μπορούσα να το κάνω. Ξέρετε, καθώς υπήρξα η πολύ μικρότερη από όλους στην οικογένεια, συνήθιζαν να διασκεδάζουν πειράζοντάς με ανελέητα. Κι ένα από τα πειράγματά τους ήταν το "δεν μπορείς να το κάνεις αυτό", ασχέτως αν "αυτό" ήταν κάτι πολύ απλό που μπορούσα βεβαίως να το κάνω, όπως πχ το να κουμπώσω το φόρεμά μου ή κάτι που ενείχε μεγαλύτερο βαθμό δυσκολίας όπως το να κάνω ποδήλατο. Εκείνη τη βραδυά, οι δικοί μου και η φιλική τους παρέα που κάθονταν μαζί μας σ' ένα από τα κέντρα της εποχής, επέμεναν ότι δεν μπορούσα να πάω στην έκθεση γιατί δεν ήξερα τον δρόμο. Ο ζαχαροπλάστης που πολύ αργότερα με παρέδωσε στους δικούς μου -οι οποίοι είχαν αναστατώσει τον κόσμο για να με βρουν- είπε ότι με κράτησε γιατί θεώρησε επικίνδυνο να με αφήσει να διασχίσω τον δρόμο: με είχε δει να στέκομαι στην άκρη του δρόμου και να περιμένω να σταματήσουν τα διερχόμενα αυτοκίνητα για να περάσω απέναντι. Στο καλό! Μου απέμενε μόνο να διασχίσω έναν δρόμο διπλής κατεύθυνσης, να περπατήσω ένα τετράγωνο και να διασχίσω ακόμη έναν κεντρικό δρόμο για να φτάσω. Λίγο ακόμη και θα τα είχα καταφέρει!

Γέλασα ελεύθερα μ' αυτήν την ανάμνηση διώχνωντας για λίγο την ησυχία που επέστρεψε μετά από λίγες στιγμές. Δεν ακούγονταν τίποτα σ' όλη την υπόλοιπη διαδρομή μέχρι το σπίτι. Οι συζητήσεις είχαν πάψει παρόλο που τα φώτα στα μπαλκόνια παρέμεναν αναμμένα. Ήταν όμορφα. Πόσο πιο άνετα νιώθεις, τελικά, όταν η σιωπή σε τυλίγει με σχεδόν σκοτάδι και ζέστη. Είναι τόσο τρυφερή...


Σημείωση: Σκέφτηκα να μοιραστώ ετούτο το ψήγμα μνήμης
μαζί σας λόγω ανάλαφρης διάθεσης. Αφορμή (και για την διάθεση και για την ανάρτηση) στάθηκε το πιο πάνω ζωγραφικό έργο του Πάουλ Κλέε που φέρει τον τίτλο "ο ήλιος της νύχτας, πάνω από την πόλη". Διαβάστε, επίσης, εδώ ένα άρθρο πιο συνοπτικό για τον καλλιτέχνη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: