Τετάρτη 19 Σεπτεμβρίου 2012







                          
Δύο κόσμοι



Ένα υπόκωφο κι επιβλητικό, περισσότερο ψυχολογικής φύσεως παρά οτιδήποτε άλλο, μυθιστόρημα που αγγίζει τα όρια του Entwicklungsroman ("development novel") είναι "Η τυφλόμυγα" (Scripta, 1997, μτφρ. Κάτια Σπερελάκη). To μυθιστόρημα, που αποτελεί το συγγραφικό ντεμπούτο της αμερικανίδας Siri Hustvedt (πίσω στο 1992), παρομοιάστηκε με μια στοιχειωμένη ιστορία ανατροπών και είναι η πρώτη φορά που συμφωνώ με σύνοψη οπισθόφυλλου όπου αυτό αναφέρεται.

Η Άιρις Βέγκαν κάνει το μεταπτυχιακό της στη Νέα Υόρκη όπου ζει σε κατάσταση ένδειας. Στην διάρκεια του πρώτου χρόνου των σπουδών της θα έρθει αντιμέτωπη με τέσσερις δύσκολες καταστάσεις, η κάθε μία από τις οποίες θα αποσυνθέτει σταδιακά τον ψυχισμό της. Στην πρώτη, αναζητώντας εργασία θα γνωρίσει τον μυστυριώδη κ.Μόρνινγκ ο οποίος της ζητά κάτι ασυνήθιστο: να μαγνητοφωνεί την φωνή της, καθώς περιγράφει σχεδόν ψιθυρίζοντας άχρωμα, συγκεκριμένα αντικείμενα που θα τις δίνει ο ίδιος - ένα κομμάτι από σπασμένο καθρέφτη, ένα χρησιμοποιημένο κομμάτι βαμβακιού, ένα παλιό και πολυφορεμένο γυναικείο γάντι. Τα αντικείμενα αυτά, όπως της εξηγεί, ανήκαν σε μια νεκρή γυναίκα και παρ' όλο που το σχέδιο τής φαινόταν παράδοξο μέχρι τρέλας, δέχεται. "Ενιωθα να με ελκύει" λέει. Κρατώντας όσο το δυνατόν περισσότερο τις αποστάσεις, ανακαλύπτει ότι η κοπέλα ζούσε στο υπόγειο της ίδιας πολυκατοικίας με τον κ.Μόρνινγκ και δολοφονήθηκε χωρίς ποτέ να βρεθεί ο δολοφόνος. Η Άιρις τον υποψιάζεται και όταν του ζητά διευκρινήσεις, η μόνη εξήγηση που παίρνει είναι μια διφορούμενη αλλά σαφέστατη δήλωση: "Για ορισμένα πράγματα απλά δεν μιλάμε".

Η σχέση της με τον Στήβεν βρίσκεται στα όριά της και η φιλία της με τον κοινό τους φίλο Τζωρτζ θα σημάνει το τέλος της. Αφορμή η φωτογράφιση της  από τον Τζωρτζ και η δημόσια έκθεση ενός αλλόκοτου και υπαινικτικού πορτραίτου της με τον τίτλο "Σπονδή στον ερωτισμό". Η φωτογραφία θα έχει επιτυχία όμως η Άιρις νιώθει τρωτή και πληγωμένη. Όσο βρίσκεται ανάμεσα σε κόσμο καταφέρνει να διατηρήσει την ψυχραιμία και την ισορροπία της. Ωστόσο,  ο οπορτουνισμός και η μετέπειτα απομάκρυνση του Τζωρτζ καθώς και ο χωρισμός της από τον Στήβεν και η μετέπειτα εξαφάνισή του θα της στοιχίσουν - η Άιρις θα διανύσει μια μεγάλη περίοδο σχεδόν αδιαπέραστης απομόνωσης. "Αυτή η απομόνωση ήταν ένα είδος τελετουργίας, ένας τρόπος να αναγγείλω στον εαυτό μου ένα τέλος..."

Προφανώς εξαιτίας όλων των πιο πάνω, η Άιρις νιώθει τους πονοκεφάλους που ανέκαθεν είχε να δυναμώνουν - δεν μπορεί ούτε καν να διαβάσει για τις εξετάσεις της. Έτσι, αναγκάζεται να εισαχθεί στο νοσοκομείο. Τα ξεσπάσματα της παρανοϊκής και αφασικής κυρίας Ο., της ασθενούς στο διπλανό κρεββάτι, και οι ξαφνικές επιθέσεις πάνω της τής υπενθυμίζουν και προοιωνίζουν με έναν εφιαλτικό τρόπο την δική της κατάληξη κι αυτό την ωθεί να πάρει την κατάσταση στα χέρια της, έστω και για λίγο.

Στο τέταρτο κεφάλαιο, το πιο ρεαλιστικό και ψυχικά βάναυσο κομμάτι του βιβλίου, η Άιρις θα μεταφράσει για τον καθηγητή της μία νουβέλα από τα γερμανικά. Η νουβέλα αυτη έχει σαδιστικές αποχρώσεις και ήρωα ένα μικρό αγόρι, τον Κλάους, που θα επιρρεάσει την Άιρις μέχρι το σημείο της παρενδυσίας και της παρέκλισσης -  κουρεύει τα μαλλιά της αγορίστικα ενώ τα βράδυα περιφέρεται σε μπαράκια του Μανχάταν φορώντας ένα αντρικό κοστούμι που υπήρχε ξεχασμένο στην ντουλάπα της από τις Απόκριες. Συστήνεται στους μπάρμεν ως "Κλάους, από το Κλαουζίνια" και πιάνει κουβέντα με αγνώστους. Τους ακούει να της εξομολογούνται την ιστορία της ζωής τους και την ίδια στιγμή βυθίζεται όλο και περισσότερο στην ζέστη του καλοκαιριού, στην ένδεια της ψυχής και την σωματική αποστέωση. Ο καθηγητής Ρόουζ θα εμφανιστεί ως από μηχανής θεός και θα την τραβήξει από το τέλμα της. Η έντονη έλξη που τους συνδέει θα εξελιχθεί σε ερωτική σχέση. Μια ερωτική σχέση με προαναγγελθείσα, όμως, κατάληξη - ο καθηγητής Ρόουζ είναι παντρεμένος. Δεν είναι διατεθειμένος να αφήσει την οικογένειά του και θα συνεχίσει να δίνει την τρυφερότητα και την φροντίδα του στην Άιρις ώσπου να μπορέσει να αποδεχθεί το τέλος. Κι όταν αυτό επέρχεται, δεν θα είναι χωρίς συνέπειες - στην τελευταία τους ερωτική συνάντηση, ο καθηγητής Ρόουζ γίνεται βίαιος. Η Άιρις, ωστόσο, θα ξεπεράσει την αμηχανία της και θα πάψει να δέχεται τις επιθυμίες του - θα λύσει το φουλάρι με το οποίο της είχε δέσει τα μάτια και για πρώτη φορά μετά από καιρό, θα  αντικρίσει την ζωή της με καθαρό βλέμμα.


Οι περισσότερες αναφορές για την Siri Hustvedt (Χάστβεντ κι όχι Χούστβεντ όπως έχει λανθασμένα μεταφραστεί στα ελληνικά) εκκινούν πάντα από το γεγονός ότι είναι σύζυγος του  Paul Auster.  και είναι φυσικό να έχει ως ένα βαθμό επηρρεαστεί από αυτόν. Είναι όμως (και) λογοτεχνικά άδικο να εμμένουμε σε τούτη η αναφορά/σύγκριση καθώς η γραφή της έχει έναν δικό της, πολύ δυνατό, τόνο. Ο David Foster Wallace έχει αναφερθεί στο επίτευγμα της Hustvedt να ασχοληθεί στην "Τυφλόμυγα" επιτυχώς με την ανατροπή του φιλοσοφικού σκεπτικισμού. Ως μη ειδικός της Φιλοσοφίας, εκείνο που εγώ θεωρώ επιτυχημένο είναι η ψυχοφράφηση του κάθε ανδρικού χαρακτήρα που εμφανίζεται στη ζωή της Άιρις και η παρουσίαση των τρωτών σημείων τους. Επίσης, η ατμόσφαιρα της μιζέριας και της ψυχικής καταβύθισης της Άιρις είναι τόσο αληθοφανής και λεπτομερής που κυριολεκτικά ανατριχιάζεις - καθόλου τυχαία, λοιπόν, η επιλογή του ονόματός της ηρωίδας (iris = η ίριδα του ματιού που με την λειτουργία της βοηθά την όραση και την αίσθηση βάθους). Κάποια στιγμή διαβάζοντας το, μου πέρασε απ' το νου ο ισχυρός ρεαλισμός που σου εκχύει με την γραφή του ο Reymond Carver  - η μιζέρια και η ανθρώπινη υπόσταση που περιγράφει η Hustvedt έχουν την ίδια ένταση και σε διαπερνούν στα ίδια βάθη. Ωστόσο, η συγγραφέας δεν είναι μινιμαλίστρια και αντίθετα με τον Carver που είναι απόλυτα γήινος, εκείνη ελλίσσεται άριστα σε δύο κόσμους - το όριο μεταξύ πραγματικότητας και  παράνοιας είναι εντελώς ρευστό, και τούτη η ευελιξία και άνεση της συγγραφέως μου προκάλεσε νευρικότητα.

Το τέλος στις περιπέτειες της Άιρις θα το προκαλέσει ο Πάρις, ένας εκκεντρικός κριτικός τέχνης, τον οποίο η Άιρις θεωρεί φίλο. Όταν του εμπιστεύεται την ιστορία της, ο Πάρις θα αποδειχθεί ένας μίζερος τυχοδιώκτης που τρέφεται από την απελπισία των θυμάτων του. Η Άιρις θα φύγει αηδιασμένη από το διαμέρισμά του, τρέχοντας προς την πραγματικότητα η οποία έχει ήδη μπει στο μυαλό της - ένας αισιόδοξος, "ισορροπημένος" επίλογος για ένα τόσο καλά δομημένο και γραμμένο βιβλίο που, ωστόσο, παραμένει σκοτεινό, άβολο και δίχως συγκεκριμένο μήνυμα.  




Διόρθωση: Το όνομα της συγγραφέως, αντίθετα με ότι γράφω πιο πάνω, μπορεί να προφερθεί με δύο διαφορετικούς τρόπους: στα αγγλικά ως Χάστβεντ και στα γερμανικά ως Χούστβεντ. Η ίδια όμως η συγγραφέας το προφέρει Χούστβεντ συνεπώς Χούστβεντ είναι η ορθή προφορά του.


4 σχόλια:

karagiozaki είπε...

αν βρω το χρόνο θα ήθελα να το διαβάσω.
καληνύχτα Sue!

Sue G. είπε...

Καληνύχτα, karagiozaki! :-)

George είπε...

Πολύ ωραίο κείμενο, που μου "θυμίζει" την απόφασή μου να διαβάσω την - κατά τα γραφόμενα- καλή, ιδιαίτερη, "σκοτεινή" συγγραφέα με το δυσκολοπρόφερτο όνομα - κάτι όμως που δεν έχω καταφέρει. Thanks Sue!

Sue G. είπε...

Ευχαριστώ, George. Ελπίζω να τα καταφέρεις σύντομα να διαβάσεις το συγκεκριμένο βιβλίο της.